- κομμουνιστικός
- η , ό[ν] коммунистический;
κομμουνιστικό κόμμα — коммунистическая партия;
κομμουνιστικό μανιφέστο — коммунистический манифест;
κομμουνιστική κοινωνία — коммунистическое общество
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.